Μια βασανιστική γιορταστική βραδιά – Κεφτεδάκια με φιστίκια Αίγινας, λαχανοντολμάδες με αρνίσιο κιμά και πατάτες φούρνου με μήλα και κυδώνια
Γράφει ο BADDOG
Δεν έχω ταξιδέψει ποτέ μου στον αρκτικό κύκλο. Ως εκ τούτου, τους ταράνδους τούς ήξερα μόνο από φωτογραφίες και από την τηλεόραση. Ώσπου έτυχε στα καλά καθούμενα να συναντηθούμε χριστουγεννιάτικα. Δυστυχώς, όχι σε συνθήκες υπό τις οποίες και οι δύο πλευρές θα επιθυμούσαμε. Είμαι σε σπίτι γνωστών, για ρεβεγιόν. Κι ενώ είμαστε στη φάση του απεριτίφ, μαζί με το τσίπουρο σκάει μύτη και το κερασφόρο θηλαστικό, υπό μορφή μεζέ! Όπως με πληροφορούν, είναι σουηδικό σαλαμάκι, από τάρανδο! Χάθηκε, σκέφτομαι, ένα σαλαμάκι Λευκάδος, ένα σουτζούκι, ένα λουκάνικο Τρικάλων, ένας παστουρμάς; Παίρνουμε που παίρνουμε ράφια από το ΙΚΕΑ να παίρνουμε και αλλαντικά; Δεν βαριέσαι (εντάξει, ένα άλλο ρήμα χρησιμοποίησα, ομοιοκατάληκτο, αλλά δεν έχει σημασία…), θ’ αποζημιωθούμε με το κυρίως φαγητό… Ένα τραπέζι σαν διάδρομο αεροδρομίου! Θα φάει, σκέφτομαι, η μύγα σίδερο και το κουνούπι ατσάλι!...
Καθόμαστε, λοιπόν, στον καλοστρωμένο διάδρομο κι αρχίζουν να προσγειώνονται πιάτα, πιατέλες, ταψιά και πυρέξ με τη συχνότητα αυγουστιάτικων τσάρτερ στη Ρόδο! Για αρχή, απλώνω το χέρι στα ψωμάκια. Όπως μου εξηγεί η οικοδέσποινα, καμαρώνοντας σα γύφτικο σκεπάρνι, τα ζύμωσε μόνη της κι έβαλε μέσα και σταφίδες! Όπα, λέω, δεν αρχίζουμε καλά… Και στο καπάκι και δεύτερο σοκ. Πότε στο διάολο, αναρωτιέμαι, άλλαξαν τα ήθη και τα γλυκά σερβίρονται πριν από το κρέας; Είναι η στιγμή που η ίριδα του αριστερού μου ματιού έχει πέσει σε κάτι σφαιρίδια σαν σοκολατάκια Ferrero Rocher. Πάλι με προλαβαίνει η οικοδέσποινα: κεφτεδάκια παναρισμένα με τριμμένα φιστίκια Αιγίνης! Τι λες; Της λέω. Δεν βαριέσαι, ξαναλέω από μέσα μου, ας βάλουμε για σιγουριά λίγη σαλάτα. Καλύτερα fit, παρά νηστικός.
* Το κείμενο έγραψε ο παλιός συνεργάτης του μπλογκ, ο Baddog, στις 26 Δεκεμβρίου 2012.
Πηγή άρθρου
HardDog
Αποποίηση ευθύνης
Ο ιστότοπος είναι μια πλήρως αυτοματοποιημένη υπηρεσία συνάθροισης, ταξινόμησης και ανάρτησης συνοπτικών ειδήσεων και νέων από άλλους ελληνικούς ειδησεογραφικούς ιστότοπους, μέσω της τεχνολογίας RSS. Δεν αναλαμβάνουμε καμία ευθύνη για την επάρκεια, ποιότητα, πληρότητα ή ακρίβεια των ειδήσεων και των νέων που δημοσιεύονται. Δείτε περισσότερα στο τμήμα "Αποποίηση Ευθύνης" των Ορων Χρήσης.
Όμως, η περιπέτεια δεν έχει τελειωμό… Μέσα στη χλωρίδα της γαβάθας ανακαλύπτω πορτοκάλι και φιστίκια. Πανίδα όχι, δεν βλέπω. Άλλωστε, ο τάρανδος έχει γίνει σαλαμάκι. Πολύ φιστίκι παίζει, ξανασκέφτομαι. Δηλαδή, αν μετά από το φαγητό ζητήσω κάνα ουίσκι τι θα μου φέρουν για συνοδευτικό; Τη συκωταριά του Jack Daniel; Anyway… Κάτι θα βρω, φιλοσοφώ, να φάω απόψε. Του κερατά! Και… όπα, να το το χοιρινό. Ρολό. Εδώ είμαστε… Μόνο που αυτό δεν είναι χοιρινό, αλλά Kinder έκπληξη! Η γέμισή του αποτελείται από κάτι απροσδιόριστα χορταρικά, με υφή φυκιών! Τη βάψαμε! Για να φάμε ένα κομμάτι κρέας πρέπει να κάνουμε αποψίλωση σαν «ψαρούκλα» στο Σουφλί.
Ο συμβιβασμός με την ωμή πραγματικότητα είναι πλέον γεγονός. Βεβαίως, κάπως πρέπει να καταπραΰνω τις κακοποιημένες λάχνες του στομαχιού μου, πρωτίστως. Και να μην προσβάλω τη νοικοκυρά, δευτερευόντως. Ακόμη κι ένας κλοσάρ, λέω από μέσα, μου αυτή τη μέρα κάτι θα φάει, κάποιος θεός θα με λυπηθεί κι εμένα. Και σημαδεύω με το πιρούνι έναν λαχανοντολμά. Φευ! Στην πρώτη μπουκιά μού αφήνει μία επίγευση αηδίας! Η οικοδέσποινα, λες και διαβάζει τις απορίες μου, αναλύει στην ομήγυρη ότι τους έκανε με αρνίσιο (ναι, αρνίσιο!) κιμά… μπλα – μπλα. Γκουντ… αϊντία, ξαναματασκέφτομαι! Κι εξακολουθώ να πίνω, για να ξεχάσω...
Εντούτοις, δεν έχω πετάξει ακόμη λευκή πετσέτα. Εξάλλου, είναι ζήτημα επιβίωσης. Μόνο με τσίπουρο και κρασί, ξεροσφύρι; Στο τέλος, θα πάμε αδιάβαστοι. Το καντήλι της ελπίδας αποζητά μια σταγόνα πυρηνέλαιου για να μη σβήσει. Σαν κι εκείνον που παίρνει πρωτοχρονιάτικο λαχείο, έχουν κληρωθεί όλα τα πραγματικά τυχερά νούμερα και περιμένει μπας και πάρει τίποτα στον λήγοντα. Κοζάρω, λοιπόν, το σκεύος με τις πατάτες φούρνου. Βάζω βιαστικά μερικές στο πιάτο κι αμελλητί, που λένε και οι μορφωμένοι, κάνω να τσιμπήσω την πρώτη. Ουγκ!... Στο τσακ γλιτώνω την οισοφαγική παλινδρόμηση! Δεν μπορεί, λέω, ή ο Γιαννάκης (Καποδίστριας) μάς είπε ψέματα κι αυτό που μας έφερε τότενες από τα ξένα δεν ήταν πατάτα, ή κάτι σοβαρό συμβαίνει. Αμέσως το μυστήριο λύνεται: η οικοδέσποινα -μ’ ένα χαμόγελο από το Ναύπλιο του Καποδίστρια έως το Περού του Τεόφιλο Κουμπίλιας- λέει ότι έχει κόψει σε παρόμοιες φέτες με τις πατάτες -βάζοντάς τα όλα μαζί στο φούρνο- κυδώνια και μήλα! Συγχρόνως ακούει διάφορες επευφημίες από ομοτράπεζους κι ομοτράπεζες για τις γκουρμέ δημιουργίες της!...
Όλα αυτά τα συνήθη γλυκανάλατα… Είναι η στιγμή που το βλέμμα μου διασταυρώνεται με το αντίστοιχο της καλής μου συμβίας. Σαν να της λέω «κόψε τις μαλακίες, τα κομπλιμέντα για τα σιχάματα που έχει μαγειρέψει η φιλενάδα σου». Η δική της ματιά σαν να μου λέει: «Μην τολμήσεις και ξεστομίσεις καμιά εξυπνάδα και γίνουμε ρεζίλι»! Πειθαρχώ, πλην όμως η αμνησικακία έχει τόση σχέση μ’ εμένα όσο το φιστίκι με τους κεφτέδες! Ειδικά όταν η δηθενιά δεν τελειώνει με την ολοκλήρωση του… εορταστικού δείπνου, αλλά περνάει στο τραπέζι των συζητήσεων.
Κι επειδή τα νεύρα μου, ύστερα κι από τη γαστριμαργική αναστάτωση, έχουν ήδη γίνει σαν κλωστές από ακαθάριστα φασολάκια και δεν αντέχουν τον ξερολισμό και τον ψευτοδιανοουμενισμό ορισμένων συνδαιτυμόνων (της «μεσαίας τάξης»), αποφασίζω να πάρω το αίμα μου πίσω. Θα τους κάνω, σκέφτομαι, την κουβέντα μπουρ-δέ-λο! Βρίσκω, λοιπόν, σε κάποια στιγμή μία ευκαιρία και, αψηφώντας το αυστηρό βλέμμα του ετέρου ημίσεος, ρίχνω με κάθε σοβαροφάνεια στην πίστα το κάτωθι –προϊόν πολυετούς προβληματισμού- ερώτημα: Τα ονόματα των τριών μάγων ήταν Βαλτάσαρ, Μελχιώρ, Γασπάρ. Τις τρεις καμήλες που καβαλούσαν καθ’ οδόν προς τη φάτνη γιατί η ιστοριούλα δεν μας αναφέρει πώς τις λέγανε; Μελπομένη, Φραουλίτσα, Κρυστάλλω; Αμηχανία… Χι! Χι! Κάτι πάει να μου πει ο ένας ότι δεν έχει καμία σημασία το όνομα του ζώου… Αντιγυρίζω ότι… γιατί το άλογο του Αλέξανδρου καταγράφεται ως Βουκεφάλας; Χι! Χι!... Δηλαδή, με ρωτά εν συνεχεία ο ένας, επάγγελμα ψυχίατρος, υπαινίσσεσαι ότι είμαστε ρατσιστές με τα ζώα; Ότι σε αυτά δεν δίνουμε πάντα ονόματα όπως στους ανθρώπους; Το δόλωμα έχει πιάσει… Κουφάλες! Λέω πάλι από μέσα μου. Τάρανδο εσείς; Καμήλες εγώ!
ΥΓ.1: Φυσικά, αυτό το κείμενο το έγραψα κρυφά από τη συμβία μου! Κι ευελπιστώ ότι δεν θα το ανακαλύψει μέσα στους πέντε ωκεανούς του διαδικτύου η οικοδέσποινα!...
ΥΓ.:2: Το παρόν επέχει και θέση οδηγίας προς ναυτιλλομένους εν όψει ρεβεγιόν Πρωτοχρονιάς.
ΥΓ.:3: Πάντως, το σαλαμάκι ταράνδου ήταν το μόνο που τρωγόταν απ’ όλα αυτά. Υποφερτό.